Mediocribus esse poetis non homines non di concessere - ούτε οι άνθρωποι ούτε οι θεοί συγχωρούν στον ποιητή τη μετριότητα, σύμφωνα με τον Οράτιο. Και στον Ευστάθιο Δαμίρα δεν υπάρχει κάτι για να συγχωρέσουμε, γιατί κάθε άλλο
παρά μέτριος είναι. Ομως αυτού του είδους οι ποιητές μας φέρνουν σε αμηχανία : Τί να πεί κανείς για τον Ευστάθιο Δαμίρα που να μην ακούγεται λίγο; Τί να πεί κανείς για τον Ευστάθιο Δαμίρα που να μην είναι περιττό; Λίγα είναι αυτά που θα μπορούσαμε να πούμε με τη συνείδησή μας ήσυχη.
Θα μπορούσαμε κατ' αρχήν να πούμε ότι για μια ακόμη φορά η ποίηση του Ευστάθιου Δαμίρα αποδεικνύεται πολυεπίπεδη. Για τον κοινό και αμύητο αναγνώστη, τον είλωτα των απατηλών του αισθήσεων με το κεφάλι στραμμένο στη γη, ο Ευστάθιος Δαμίρας είναι ένας οξυδερκής νους που στρέφει το κριτικό του βλέμμα σε διάφορα φαινόμενα, ιδίως δε καιρικά, όπως ο παγετών και η ανεμοθύελλα, ή κοινωνικά, όπως ο τσοπανισμός και η λυκανθρωπία.
Μόνο ο ιδανικός -και συνεπώς ιδεατός- ιδεαλιστής και ορθολογιστής αναγνώστης θα αντιληφθεί μειδιώντας ότι η ενασχόληση του ποιητή με τα φαινόμενα δεν είναι παρά φαινομενική, ένα φαινόμενο η ίδια - μα τα φαινόμενα ως γνωστόν απατούν. Γι' αυτό άλλωστε και ο Ευστάθιος Δαμίρας παρουσιάζει το καθένα τους ως θαυμαστή fata morgana και όλα μαζί ως βαρειές κουρτίνες που πρέπει να τραβηχτούν για να φανεί πίσω τους το lux aeternum, ήτοι η σφαίρα των ιδεών και οι αιώνιες, καθαρές έννοιες. Εδώ είναι που ο lector idealis αγαλλιάζει, βλέποντας πλέον με τα μάτια της ψυχής του το σαθρό αριστοτελικό οικοδόμημα να σωριάζεται με πάταγο, σκεπάζοντας κάτω απ' τα συντρίμμια του τα τρισάθλια τσαντήρια του Hume, του Locke και κάθε
άλλη εμπειριστική τρώγλη.
Ωστόσο η ποίηση του Ευστάθιου Δαμίρα δεν είναι μειοψηφικής απευθύνσεως, καθώς ακόμη και στη μή πεφωτισμένη magna majoritas ο ποιητής προσφέρει απλόχερα την υπέρτατη ηδονή του Καθαρού Λόγου, όχι πλέον μόνο
με την έννοια της καρτεσιανής-καντιανής Reine Vernunft -που, ως προελέχθη, αποτελεί privilegium του ιδανικού αναγνώστη- αλλά και υπό την έννοιαν του πλέον απαστράπτοντος και κρυστάλλινου, αδαμάντινου θα λέγαμε, ποιητικού λόγου που άνθισε στη χώρα μας την
τελευταία δεκαετία.
Εξερευνώντας ως πιονιέρος δρόμους παραδοσιακούς, χαραγμένους από ένδοξους ποιητές-οδοστρωτήρες όπως οι Jakob van Hoddis, R.M. Rilke, H. Heine, W. Wordsworth, Ludwig Till και τόσοι άλλοι, ο Ευστάθιος Δαμίρας
επαναπροσδιορίζει τις βασικές τροχιές της substantia poetica, ταρακουνώντας τούς από καιρό αδρανείς κριτικούς και εξαναγκάζοντάς τους να πλουτίσουν τη φιλολογική ορολογία με όρους όπως η Ungeheuerlichkeit [τερατοσύνη; τερατότητα;] κατ' αντιστοιχίαν προς
την Unheimlichkeit που μας δίδαξαν ο Franz Kafka, o Arthur Machen και ο γερμανικός εξπρεσσιονισμός στο σύνολό του.
Στο σημείο αυτό, μιλώντας για τη σημασία των όρων, θα υπενθυμίσουμε ότι με τον ίδιο τρόπο που για τους ιστορικούς οι θεσμικές αλλαγές αποτελούν την αποκρυστάλλωση και το επισφράγισμα των κοινωνικών αλλαγών
, η χρήση νέων όρων και χαρακτηρισμών στη λογοτεχνική κριτική σηματοδοτεί τη γένεση των νέων λογοτεχνικών ειδών. Βάσει του κριτηρίου αυτού, στην περίπτωση του "Σημεία και Τέρατα" είμαστε μάρτυρες μιας κοσμογονίας..
Και εξηγούμεθα: Δίκαια είπαν για τη νέα συλλογή του Ευστάθιου Δαμίρα ότι αποτελεί μια τερατωδία δίχως προηγούμενο στην παγκόσμια ποίηση. Τερατωδία όχι με την καταχρηστική και κοινή στην καθομιλουμένη σημασία της αποτρόπαιας πράξης, αλλά με τη σημασία της "περί τεράτων ωδής" και κατ' αντιστοιχίαν προς την τραγωδία και την κωμωδία. Χωρίς προηγούμενο, διότι όσο κι αν η παγκόσμιος λογοτεχνία βρίθει θαυμαστών και εξόχων τερατουργημάτων, με αποκορύφωμα ίσως
αυτά του H.P. Lovecraft, όλα σχεδόν αφορούν τον πεζό λόγο. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις εμμέτρων τερατουργημάτων δυστυχώς αναλώνονται στην απλή περιγραφή, μη συλλαμβάνοντας την τερατική -η οποία ενέχει και την τραγική- διάσταση της Ungeheuerlichkeit, και ως εκ
τούτου μη αξίζοντας τον τίτλο της τερατωδίας. Ηταν άλλωστε αναμενόμενο, η γη όπου είδαν το φως οι πρώτοι τραγωδοί και κωμωδοί να είναι και η πατρίδα του πρώτου τερατωδού.
Ο Ευστάθιος Δαμίρας δεν είναι λοιπόν ένας απλός monstrorum artifex. Η κατανόηση της τερατικής φύσης και ψυχής δεν ξεκινά από την -αριστοτέλεια στη σύλληψή της- κατ' επαγωγήν απόδοση στα τέρατά του ανθρωπίνων ιδιοτήτων. Οσο κι αν γράφει γι' αυτά σε μια γλώσσα ανθρώπινη, άρα εξ ορισμού προσανατολισμένη στην ανθρώπινη υπόσταση, μας μεταφέρει μέρος της άφατης εμπειρίας του από τη φιλοσοφική και πνευματική του περιήγηση στις σφαίρες των καθαρών ιδεών, όπου η
Ungeheuerlichkeit, ήτοι η Τερατότης ως φιλοσοφική έννοια, είναι αυθυπόστατη και ανεξάρτητη από τη δική μας φτωχή αντίληψη. Στη "Λίμνη", ο ίδιος ο Δαμίρας προβαίνει σε μια ποιητική Auseinandersetzung με το πρόβλημα. Ακριβώς στην υπερνίκηση του δεδομένου αυτού γλωσσικού εμποδίου, χάρη σε τρόπους που μιλούν απευθείας στην ψυχή, έγκειται και το μεγαλύτερο κατόρθωμά του.
Θα μπορούσαμε στο σημείο αυτό να αναφερθούμε εκτενώς στην πληθώρα των εκφραστικών μέσων που χρησιμοποιεί ο ποιητής για να το πετύχει αυτό. Θα ήταν όμως σκόπιμο να εξοπλίσουμε τον αναγνώστη για μια σχολαστική ακαδημαϊκού τύπου ανάλυση του έργου, ενώ άοπλος θα παρεδίδετο αβίαστα και άνευ όρων στον ορμητικό χείμαρρο του Λόγου και της substantia poetica που, αναβλύζοντας κρουνηδόν από τις κρυστάλλινες πηγές του στα δυσθεώρητα ύψη του καθαρού πνεύματος, έρχεται να κατακλύσει νου και ψυχή; Η απάντηση είναι όχι, αν θέλουμε να ταυτίσουμε έστω και κατά προσέγγιση τους σκοπούς μας με αυτούς του ποιητή (στην υποθετική διάσταση όπου το έργο ενός ποιητή της τάξης του Ευστάθιου Δαμίρα θα μπορούσε να υπαγορεύεται ή να διέπεται από κάποιο σκοπό).
Εν πάσει περιπτώσει, όποιος θέλει να δει τα "Σημεία και Τέρατα" ως μια ενδιαφέρουσα σπαζοκεφαλιά,θα βρει σ' αυτά ίσως την πιο πολύπλοκη και γοητευτική που έχει συναντήσει ποτέ. Οποιοσδήποτε ωστόσο τα διαβάσει χωρίς αυτή τη διάθεση, έχει κερδίσει μια -έστω και φευγαλέα - ματιά σε κάτι που ο Ανθρωπος δεν έχει καταφέρει μέχρι τώρα να περιγράψει με λόγια. Την από αιώνες ξεχασμένη ελπίδα ότι κάποτε -και ίσως πολύ σύντομα- θα το καταφέρει, ξυπνά και πάλι μέσα μας
ο Ευστάθιος Δαμίρας.
Κ.Κ.
|