Alternative Non-Controlled Delirium

GAME OVER

Λευτέρης Παπαδόπουλος   


Το να βρεις μια κάρτα απεριορίστων διαδρομών, σημαίνει ότι είσαι πραγματικά τυχερός. Και ο Αλ Κουέηλαν ήταν πραγματικά τυχερός εκείνο το απόγευμα. Βέβαια του είχε ξανατύχει. Δεν ήταν δύσκολο. Ένας κουρασμένος τουρίστας, που κάνει μπάμ από μακριά, σ'έναν απ'τους κεντρικούς σταθμούς του υπογείου. Λίγο ψάξιμο στο καλάθι των αχρήστων, κι αυτό είναι. Απεριόριστες διαδρομές στο ‘'σωλήνα''. Έτσι αποκαλούν οι Λονδρέζοι τον υπόγειο. Και ο Αλ ήταν ένας βέρος Λονδρέζος. Άνεργος. Άστεγος. Βλέπεις, ο νεοφιλελευθερισμός πρόσφερε περισσότερες ευκαιρίες και ακόμη περισσότερες θέσεις ανεργίας. Κακό του κεφαλιού του. Ακόμη περισσότερο αλκοόλ για τον Αλ. Και η μπύρα ήταν άφθονη σ'εκείνο το δρομολόγιο από το Χάιμπουρυ. Είχε ματς εκείνο το απόγευμα και το τραίνο γέμισε από όλους αυτούς τους ανεγκέφαλους με τα κασκόλ και τα τραγούδια που όμως ... κερνούσαν. Βέβαια η μπύρα δεν ήταν το ποτό του, προτιμούσε το κρασί, αλλά όλα αυτά σήμαιναν κάτι ... κάποτε. Το βαγόνι άρχισε ν'αδειάζει. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Έριξε μια ματιά στο χάρτη διαδρομών πάνω απ'την πόρτα. Είχε ξεφύγει απ'τα όρια της πόλης. Τέρμα διαδρομής: Χήθροου. Το αεροδρόμιο. Ακόμη καλύτερα. Τέτοιες χειμωνιάτικες νύχτες είναι καλύτερα εκεί απ'τις εσοχές που κάνουν οι βιτρίνες της Οξφορντ. Και όχι τόσο για το κρύο, όσο περισσότερο για κείνα τα βλέμματα των αργοπορημένων τουριστών. Έχουμε και λέμε λοιπόν: Τομέας Άλφα. Κλειστά φώτα, κλειστή και η θέρμανση. Σα δε ντρέπονται, οικονομία και στα αεροδρόμια. Τομέας Βήτα. Εδώ, κάτι γίνεται. Ένα μπαρ, ένας θάλαμος αναμονής και θέρμανση ανοιχτή. Εκείνο το γκισέ της Λουφτχάνσα είναι σίγουρο ότι από πίσω θα προσφέρει ‘'Γερμανική φιλοξενία''. Βέβαια πέφτει λίγο κοντά στο μπαρ, κι αυτά τα μούλικα στα μπισμπίζια κάνουν αρκετή φασαρία, αλλά είναι νωρίς ακόμα. Ο κοιλαράς που τελειώνει τη μπύρα του στο μπαρ και που νομίζει, ότι είναι ο πατέρας τους, δε θ'αντέξει για πολύ στη γκρίνια της κλώσας του από δίπλα. Κι όσο για τον μαμούχαλο μαύρο μπάρμαν, φαίνεται αρκετά ψαρωμένος για να του κάνει μανούρα.

Λοιπόν, όταν είναι να σου κάτσουν ορισμένα πράγματα σου κάθονται όλα μαζί, ταυτόχρονα, διαπιστωμένο. Και αυτή τη φορά ίσως είναι η καλή για τον Τζέηκομπ Ολμπράιτ. Γκόμενα, λεφτά, δουλειά. Απ'το τίποτα βρέθηκε φτιαγμένος, μέσα σε τρεις μέρες. Στην αρχή αυτή η γκόμενα στη συναυλία, η Τζούντυ. Χωρίς χάπια και μαλακίες, χωρίς εφετζίδικα κόλπα. Έτσι απλά, ψυχή στη ψυχή. Μετά εκείνο το δωδεκάρι στο προπό. Μόνο η γαμημένη η Αρσεναλ του τα χάλασε μ'εκείνη την ισοπαλία στο Χάιμπουρυ. Βέβαια τα λεφτά δεν ήταν πολλά, αλλά ήταν η πρώτη του καλή στον τζόγο. Και τέλος, καπάκι, αυτή η δουλειά στο αεροδρόμιο. Από μια αγγελία. Ανέλπιστα, χωρίς καμιά λογική. Κι όμως όλα μαζί. Για έναν εικοσιπεντάχρονο μαύρο στο Λονδίνο, με τις καλύτερες προϋποθέσεις, αυτά είναι τα βουνά από πιλάφι στον παράδεισο του Αλλάχ, ή οτιδήποτε ανάλογο χριστιανικό τέλος πάντων. Νάτος λοιπόν, ριγέ γιλέκο, παπιγιόν, στην τρίχα στην πρώτη του βάρδια. Το μπαρ του Τομέα Βήτα στη επικυριαρχία του. Σίγουρα θα ακούσει με προσοχή της οδηγίες του προϊστάμενου, και σίγουρα θα καθαρίσει αυτήν την τέντα απ' το περίπτερο με τα παγωτά όπως του λέει. Νά'σαι σίγουρος αδερφέ μου. Φύγε εσύ κι εγώ δε θ'αφήσω χνούδι επάνω της. Όλοι στο κάτω - κάτω της γραφής είμαστε πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου. Ή ακόμη καλύτερα, της Κοινοπολιτείας. Η ώρα περασμένη. Ήσυχη η πρώτη βραδιά. Ο προϊστάμενος θα'χει φτάσει ήδη στο σπίτι, θα'χει φιλήσει για καληνύχτα τα λευκά στρουμπουλά παιδάκια του και θα είναι ήδη στο δεύτερο ύπνο. Ο Ινδός στο τμήμα καθαριότητας έχει ξεσκιστεί να σφουγγαρίζει το ίδιο τετράγωνο ξανά και ξανά και ξανά. Ό,τι και να κάνεις δικέ μου, ούτε το σμαράγδι αλλά ούτε και το στέμμα πρόκειται να ξαναγυαλίσει. Η κίνηση στο μπαρ ελεγχόμενη: Η Σουηδέζα με το βιβλίο της και το εσπρέσσο, ο Εγγλέζος σαπιοκοιλιάς με τις μπύρες του και τα μπασταρδάκια του με τα κέρματα για το ηλεκτρονικό, οι γιαπωνέζοι με τον καφέ και τα μιλκσέικ. Η μόνη παραφωνία, αυτό το φρικιό που πέρασε από μπροστά και την έπεσε πίσω απ'τον άδειο πάγκο της Λουφτχάνσα. Αλλά σάμπως δικός του είναι; Ο υπεύθυνος του ανέλυσε επακριβώς τα καθήκοντά του, και σαφώς οι πάγκοι των αεροπορικών εταιρειών εκπίπτουν των αρμοδιοτήτων του.

Ήταν πράγματι ατυχία αυτό το ξαφνικό μήτιγκ τη Δευτέρα το πρωί. Αν δεν υπήρχε αυτό, θα μπορούσε να τους φέρει τα χαράματα για την πτήση και μετά να πάει κανονικά στη δουλειά του. Αλλά τώρα ... Δεν θα μπορούσε ποτέ να του επιτρέψει να το κάνει. Η συνέπεια στη δουλειά, για έναν Γιαπωνέζο, είναι ισοδύναμο με πολύ σοβαρότερα πράγματα. Και έπρεπε να είναι συνεπής σ'αυτό το μήτιγκ. Φρέσκος και σε εγρήγορση, και όχι ξενυχτισμένος και ταλαιπωρημένος. Και εν τέλει μια νύχτα σ'αυτό το αεροδρόμιο θα ήταν κάτι γραφικό. Γραφικό όπως όλο το Ηνωμένο Βασίλειο. Ήταν η πρώτη τους επίσκεψη από τότε που ο Σιν-ίχι πήρε αυτήν τη θέση στην εταιρεία: Executive manager στην Nissan Europe. Δεν ακουγόταν άσχημα. Ο Σιν-ίχι είχε πει ότι ήταν υπερβολικά τιμητική θέση, για να την αρνηθεί από την στιγμή που του την προτείνανε. Βέβαια υπήρχε αυτό το πρόβλημα της απόστασης, και έλειπε στα παιδιά, δε χωράει αμφιβολία. Αλλά να που λειτούργησε έστω και εν μέρει επ'ωφελεία τους. Το να γνωρίζεις από τόσο κοντά ξένες κουλτούρες όπως η Βρετανική, έστω και για τόσο λίγες ημέρες όσο σ'αυτό το ταξίδι, είναι σημαντικό όφελος. Μερικές ώρες αναμονής λοιπόν, γι αυτήν και τα δυό της βλαστάρια, σ'αυτήν την αίθουσα. Σίγουρα δεν πληρούσε τα Ιαπωνικά στάνταρτς, αλλά είχε μερικά στοιχεία ελκυστικά. Όπως η ψυχρή προσήλωση στο βιβλίο, της κοπέλας, προφανώς από την Σκανδιναβία, με τα ατελείωτα πόδια και τα μακριά κατάξανθα μαλλιά. Όπως κι αυτός ο γαλλικός αρωματικός καφές στο μπαρ και αυτά τα τεράστια μιλκσέϊκς για τα παιδιά. Κι όσο γι αυτά, η ευτυχία τους πολλαπλασιάστηκε όταν ανακάλυψαν αυτό το παιχνίδι της Sega δίπλα στο μπαρ, ελαφρύνοντας το πορτοφόλι της από τα αγγλικά νομίσματα. Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια είναι σίγουρα μια σημαντική προσφορά της Ιαπωνικής τεχνολογίας στην παγκόσμια οικογένεια. Ακόμη κι αυτά τα μελαψά ανθρωπάκια με τα πολύχρωμα, κουρελιασμένα ρούχα, που εμφανίστηκαν το τελευταίο τέταρτο, μαγεύτηκαν από την τρισδιάστατη οθόνη και σταμάτησαν να θορυβούν. Ένιωθε κολακευμένη που τα δικά της βλαστάρια ήταν μυημένα στη νέα τεχνολογία και χειριζότανε με τόση ευχέρεια το τζόϋστικ, ενώ αυτά παρακολουθούσαν με το στόμα ανοιχτό. Στοιχημάτιζε πως πρώτη φορά στη ζωή τους αντίκριζαν τέτοιου είδους παιχνίδια. Όμως ευτυχώς τα κέρματα τελείωσαν και τα μικρά της επέστρεψαν στις πολυθρόνες τους. Λίγος ύπνος θα τους κάνει καλό. Είναι τόσο βολικά και συνεννοήσιμα. Έκλεισε τα μάτια της. Σκέφτηκε τον Σιν-ίχι καλοντυμένο, περιποιημένο στο αυριανό μήτιγκ. Σκέφτηκε ότι εκείνη την ώρα ο ήλιος ανέτειλε πίσω στην πατρίδα.

Το κισμέτ, το κισμέτ. Ο Αλλάχ είναι μεγάλος, κι ο Μπουλέντ πίστευε στο Θεό. Άλλωστε αν δεν υπήρχε Θεός δε θα βρισκόταν τώρα εδώ, στην Αγγλία. Επιτέλους. Ποιος θα το πίστευε όταν ξεκινούσαν απ'την πατρίδα τους, τα βάθη του ορεινού Κουρδιστάν, εκεί στα σύνορα με το Ιράκ, ότι θα πετύχαιναν το σκοπό τους. Βέβαια τα δώσαν όλα. Λεφτά, χωράφια, οικογενειακά κειμήλια, αλλά φτάσανε. Το κισμέτ. Όταν είναι γραφτό σου να κάνεις κάτι, ό,τι δυσκολίες και να βρεθούν στο δρόμο σου... Ποιος θα το πίστευε! Αυτοί, ένα τσούρμο από ταλαίπωρους, η οικογένειά του και κάποιοι φίλοι απ'το χωριό, σ'ένα τέτοιο ταξίδι. Στην αρχή τα χιλιόμετρα μέσα στη Τουρκία. Η αστυνομία σαν σε βλέπει κουρδικής καταγωγής δε σ'αφήνει σε χλωρό κλαρί. Όλοι είμαστε τρομοκράτες, όλοι του Πε Κα Κα, και τα μικρά μαζί. Μετά εκείνο το μπάρκο για την Ελλάδα. Σαν τις σαρδέλες στιβιασμένοι σ'ένα ψαροκάικο. Ευτυχώς δεν είχε κακοκαιρία. Τόσα λεφτά! Αλλά ο Θεός... Και μετά οι ημέρες σ'εκείνη την κατασκήνωση με το φαγητό στο καζάνι, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς τρεχούμενο νερό ... αλλά με κοινωνικούς λειτουργούς. Και οι άδειες παραμονής. Ναι, είμαι πολιτικός πρόσφυγας. Τόσα λεφτά! Αλλά ο Θεός εκεί, μαζί μας. Και μετά αυτό το ομαδικό εισιτήριο για τη Γη της Επαγγελίας. Τόσοι κόποι, τόσοι μεσάζοντες, τόσα λεφτά ... Το γραφτό μας όμως ήταν νά'ρθουμε και ο Θεός μαζί μας, και είμαστε εδώ, στο εγγλέζικο αεροδρόμιο, και θά'ρθει να μας έβρει ο Αλή, έτσι μας είπαν απ'την Αθήνα, και να μας πάει σε ανθρώπους. Και από κει και πέρα το κισμέτ, η μοίρα του καθενός. Αρκεί νά'ρθει ο Αλή. Ο Αλή τα πήρε τα λεφτά. Τα τελευταία μας λεφτά. Και θά'ρθει. Αργά η γρήγορα θά'ρθει. Ευτυχώς τα παιδιά ξεχαστήκανε και παίζουν. Γελάνε, ξέρουν να παίζουν με το καθετί. Βρήκαν τα καροτσάκια για τα μπαγκάζια και τρέχουν πέρα - δώθε σαν τρελά. Κάνουν φασαρία, ειν' αλήθεια και είναι νύχτα. Αλλά δε βαριέσαι, παιδιά είναι. Ευτυχώς ησύχασαν γρήγορα. Όχι ότι πειράζει, αλλά να, οι άνθρωποι απ'την Αθήνα είπαν να μην τραβάμε την προσοχή, επειδή δεν έχουμε χαρτιά, άδειες παραμονής. Κάθονται τώρα και χαζεύουν τόσην ώρα αυτό το μηχάνημα που μοιάζει με τηλεόραση και το πειράζουν εκείνα τα σχιστομάτικα μικρά. Και τι θέλουν τώρα λέει, λεφτά για να το παίξουν; Αϊ σιχτίρ από δω. Τα τελευταία μας λεφτά τα πήρε ο Αλή. Κι αργεί πανάθεμά τον.

Τα δύο προσφυγόπουλα, ο Ισμαήλ και η Εμινέ είχαν κολλήσει κυριολεκτικά στο ηλεκτρονικό. Δεν ήταν πάνω από οκτώ το αγόρι και στα έντεκα το κορίτσι. Τα πολύχρωμα πανιά που φορούσαν για ρούχα είχαν κολλήσει πάνω τους από τον ιδρώτα μετά το παιχνίδι με τα καροτσάκια. Τα μικρότερα που κουβαλούσαν μέχρι τώρα, είχαν πάει αποκαμωμένα για ύπνο. Αλλά αυτά τα δύο, με τα μάτια ορθάνοιχτα, παρακολουθούσαν τα Γιαπωνεζάκια να ταΐζουν τη Μηχανή με κέρματα και να συμμετέχουν σε εικονικές πραγματικότητες. Έπειτα τα Γιαπωνεζάκια πήγαν για ύπνο και έμεινε η Μηχανή να προκαλεί με προγράμματα επίδειξης και με εκείνα τα περίεργα γράμματα που δεν καταλάβαιναν: Game Over - Insert Coin. Ο Ισμαήλ πήρε θέση μπροστά στο μηχάνημα. Έπιασε δειλά το τζόϋστικ. Στην αρχή ενθουσιάστηκαν. Η Εμινέ έβγαζε επιφωνήματα θαυμασμού και ο Ισμαήλ προσπαθούσε να οδηγήσει τη Μηχανή. Γρήγορα όμως κατάλαβαν ότι η Μηχανή δεν υπάκουε. Γρήγορα αποκρυπτογράφησαν το μήνυμά της. Game Over - Insert Coin.Η Μηχανή ήθελε τάισμα. Κοιταχτήκανε μια στιγμή και μετά τρέξανε στο μπαμπά. Δυστυχώς όμως εκείνος δεν τους κατάλαβε. Ή ίσως δεν μπορούσε να τους καταλάβει. Ξαναγύρισαν στη Μηχανή. Ο Ισμαήλ κάθισε στο κάθισμα και ξαναπροσπάθησε. Η Εμινέ άρχισε να χτυπάει μηχανικά το πόδι της στο μηχάνημα. Ο Ισμαήλ την κοίταξε και χτύπησε με τη γροθιά του το μηχάνημα, στην αρχή διστακτικά. Μετά πιο δυνατά και πιο επίμονα.

Ο Τζέηκομπ άρχισε να ανησυχεί με τη φασαρία που κάνανε όλοι αυτοί οι λεχρίτες που εμφανίστηκαν ξαφνικά. Και να σκεφτείς ότι κυλούσε τόσο ήσυχα μέχρι εκείνη τη στιγμή, αυτή η πρώτη του βάρδια. Την πέσανε στο πάτωμα απέναντι απ'το μπαρ, άπλωσαν τα κιλίμια τους, ξαμολήσανε και τα διαολάκια ... Και όλα καλά μέχρι τώρα, μπορούσε να κάνει τα στραβά μάτια. Αλλά τώρα, με το ηλεκτρονικό; Τα μπάσταρδα κοντεύανε να το σπάσουν και ο υπεύθυνος του το είχε πει καθαρά: Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια ήταν περιουσία της εταιρείας. Και ήταν αυστηρά μέσα στη ζώνη ευθύνης του. Όπως και ο πάγκος με τα παγωτά, του οποίου την τέντα έπρεπε να καθαρίσει. Δεν ήξερε τι να κάνει. Να πάει να τα πιάσει από τ'αυτί; Κι αν του ορμήξει κανένας απ'αυτούς τους ξεβράκωτους; Ποιος ξέρει τι κουβαλάνε μέσα σ'όλους αυτούς τους μπόγους; Α, όχι αυτό σίγουρα δεν ήταν μέσα στις αρμοδιότητές του. Η Τζούντι θα τον περίμενε αύριο το πρωί για καφέ στου Ζακ και σε καμιά περίπτωση δεν ήθελε να τον δει χαρακωμένο, επειδή αυτός θά'κανε τον ήρωα σήμερα το βράδυ. Τρία - Έξι - Δύο. Ο υπεύθυνος του είχε πει ότι σε κάθε περίπτωση ανωμαλίας, αυτό ήταν το νούμερο ασφαλείας του αεροδρομίου, που θα έπρεπε να καλέσει. ‘'Ναι, παρακαλώ ασφάλεια; Ανωμαλία στον τομέα Βήτα, στο μπαρ. Ναι, έρχεστε; Ευχαριστώ''. Ένιωσε ανακουφισμένος. Έκανε ότι έπρεπε να κάνει.

Και τότε όλα γίνανε πολύ γρήγορα. Εμφανίστηκε αυτός ο τύπος που θαρρείς πως ήταν παρμένος από αστυνομικό σήριαλ του εβδομήντα. Φαλακρός, με καμπαρτίνα, ένα μεγάλο γυριστό μουστάκι και, τρεις η ώρα τη νύχτα, με μαύρα γυαλιά ηλίου. Μόλις τον είδαν απ'το τσούρμο σηκώθηκαν οι άνδρες. Είπαν μερικές κουβέντες και ένας απ'αυτούς έδειξε προς το μέρος του. Ο Μπουλέντ πετάχτηκε αλαφιασμένος μόλις είδε τον άνδρα με την καμπαρτίνα και τα σκούρα γυαλιά. Έτσι του είχαν περιγράψει στην Αθήνα τον Αλή. Του μίλησε στη γλώσσα του. Ο άνδρας του απάντησε. Τότε ο Μπουλέντ του έδειξε τα παιδιά και τον μαύρο στο μπαρ. Ο Τζέηκομπ ένιωσε τις παλάμες του να ιδρώνουν με την εμφάνιση αυτού του τύπου. Σε δευτερόλεπτα το τσούρμο άρχισε να τα μαζεύει. Ο φαλακρός με τα γυαλιά τον πλησίασε. Τον έπιασε απ'τον ώμο και τού' πε : "Αδερφέ, τίποτα απ'όσα είδες δεν υπάρχει. Κι ότι θυμάσαι πρέπει να το ξεχάσεις. Αν θες να είσαι καλά εσύ, τ' αδέρφια σου κι η γκόμενά σου". Κι εξαφανίστηκε μαζί με το τσούρμο. Όταν φτάσανε οι μπάτσοι δευτερόλεπτα αργότερα, ο Τζέηκομπ κοιτούσε ακόμα με την τρίχα όρθια προς το μέρος που χάθηκε ο Τούρκος. Σαν φλας πέρασε από μπροστά του η λυγερόκορμη Τζούντυ να τον περιμένει στου Ζακ. Κι όταν οι μπάτσοι τον ρωτήσανε τι τρέχει, τους έδειξε με ανέκφραστο ύφος ... τον πάγκο της Λουφτχάνσα.

Ο Αλ ξύπνησε μ'έναν πονοκέφαλο κι αντίκρισε απορημένος δυο ανθυγιεινές φάτσες να του ζητάνε τα στοιχεία του. Η Γιαπωνέζα άνοιξε τα μάτια της από τη φασαρία, είδε τη σκηνή, κοίταξε το ρολόι της, σκέπασε τα μικρά της με τα μπουφάν τους και ξαναονειρεύτηκε τον ανατέλλοντα ήλιο. Ο Τζέηκομπ σκούπισε άλλη μια φορά τον πάγκο του κι άφησε να του ξεφύγει μια σταγόνα ιδρώτα στο μέτωπό του, καθώς απομακρύνονταν οι μπάτσοι, με το φρικιό στις χειροπέδες. Η Μηχανή συνέχιζε να προκαλεί, ήσυχη πια χωρίς ανωμαλίες :

GAME OVER, INSERT COIN



Κεντρική Σελίδα