The J Files


Κύριε Καναβούρα,

Σας γράφω κάτω από την πίεση και το άγχος της μεγάλης μου αποκάλυψης. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες, μου είναι αδύνατο να σας αποκαλύψω την ταυτότητά μου. Θα σας πω όμως την ιστορία μου και πως βρέθηκε το συνημμένο σημείωμα στα χέρια μου.

Πριν από περίπου 4 χρόνια αποφασίσαμε με την αδελφή μου να αλλάξουμε σπίτι και αρχίσαμε να ψάχνουμε για ένα σπίτι στην περιοχή του Θησείου. Ήταν βλέπετε κοντά στον γιο της αδελφής μου (εγώ δεν έκανα οικογένεια ως σήμερα). Η αναζήτησή μου, μέσω της Χρυσής ευκαιρίας μ’ έφερε σ΄ έναν από τους δρόμους που εικονίζονται στον συνημμένο χάρτη και που για λόγους ασφαλείας δεν μπορώ να σας αποκαλύψω αυτή τη στιγμή. Επισκέφτηκα το σπίτι της αγγελίας, το οποίο ήταν ένα ερειπωμένο σπίτι με εσωτερική αυλή κατεστραμμένα ντουλάπια, χωρίς κεντρική θέρμανση και με ρωγμές στους τοίχους, περίπου 85 μ2, για το οποίο οι ιδιοκτήτες ζητούσαν το εξωφρενικό ποσό των 180.000 Δρχ. τότε. Πρωτού τους μεμφθώ για τις παράλογες απαιτήσεις τους πρόλαβα να μάθω ότι σ’ αυτό το σπίτι έμενε για πάρα πολλά χρόνια (περίπου 25) ένας Γάλλος που του άρεσε τόσο πολύ ώστε ζήτησε να το αγοράσει, αλλά δεν πρόλαβε γιατί μετά από λίγες ημέρες πέθανε. Έφυγα χωρίς να αντιπαρατεθώ με τους ιδιοκτήτες κυρίως λόγω αιδημοσύνης ενώπιον της tres comme il faut αδελφής μου.(Εμείς είμαστε Αιγυπτιώτισσες κύριε Καναβούρα μου και οι γονείς μας μας έστειλαν στις καλόγριες και μιλάμε τώρα 4 γλώσσες απταίστως, η κάθε μία, πώς να ξεχάσω την καταγωγή μου? Μην κυττάτε που ξεπέσαμε και ζούμε με τη σύνταξη του ΙΚΑ των 150.000) Ξέχασα αμέσως το περιστατικό και δεν ξαναήλθε ποτέ στο μυαλό μου μέχρι πριν από μερικές μέρες.

Οπως ίσως ξέρετε, η εν λόγω περιοχή έχει λάβει μεγάλη αξία λόγω της πεζοδρόμησης των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Αποστόλου Παύλου. Έτσι πολλές ιδιοκτησίες ανακαινίζονται ή γκρεμίζονται και ξαναχτίζονται προκειμένου να αξιοποιηθούν. Εγώ εν τω μεταξύ, κι αφού βρήκαμε ένα σπίτι σχετικά κοντά στην περιοχή αυτή, συχνά πυκνά περπατάω με το σκυλί μου στους πεζοδρόμους αυτούς. Επειδή όμως η σκυλίτσα μου είναι σε οίστρο, (τι σου είναι λοιπόν οι συμπτώσεις !) τις τελευταίες ημέρες, αποφεύγουμε τους κεντρικούς πεζοδρόμους και περπατάμε στα στενάκια για να μην μας ακολουθούν οι αγέλες των αρσενικών. Έτσι έγινε και προχτές και περνώντας από το συγκεκριμένο σπίτι, η Ρωξάννη μου (τη λέω έτσι γιατί είναι πολύ culturelle), ανέβηκε πάνω σ΄ένα βουνό από μπάζα για να παίξει. Μυρίζοντας λοιπόν άρχισε να σκάβει σ’ ένα συγκεκριμένο βουναλάκι και παρόλο που της φώναζα να σταματήσει (καμμιά φορά είναι πολύ ανυπάκουη κι εγώ μεγάλωσα πια τι νομίζετε, δεν με βαστάν τα πόδια μου και πολύ καλά), δεν μπορούσα να την ξεκολλήσω με τίποτε από κει. Με τα πολλά, και για να μην σας τα πολυλογώ κύριε Καναβούρα μου, έσκαψε ένα λάκκο τεράστιο στο βάθος του οποίου βρήκα ένα κατεστραμμένο ντουλάπι. Προσπαθώντας να διακρίνω στο ημίφως, ως συνήθως, τι στο καλό μύριζε το ευλογημένο το σκυλί, έσκυψα λίγο και στο λιγοστό φως της λάμπας του δρόμου διέκρινα κάτω από το αυτοκόλλητο (ξέρετε, που στρώνουμε στα ράφια των ντουλαπιών) ένα μωβ κομμάτι ύφασμα. Το τραβώ και τι να δω? Ηταν ένα γάντι. Ένα γυναικείο δαντελένιο μωβ γάντι με κομμένα δάχτυλα, καταλεκιασμένο κύριε Καναβούρα μου, που τραβώντας το σκίστηκε κιόλας αφού η δαντέλα ήταν σαφώς πολύ παλιά και, επιτρέψτε μου, πολύ δεύτερης ποιότητας. Η γιαγιά μας είχε καπελάδικο στην Αλεξάνδρεια που το διατήρησε ο πατέρας και το πλούτισε με φίνα αξεσουάρ κι όπως καταλαβαίνετε ξέρουμε δα από υφάσματα. Τέλος πάντων τραβώντας το σκίστηκε κι έπεσε από μέσα το γράμμα που σας στέλνω. Εκείνη την ώρα δεν μπόρεσα να το διαβάσω γιατί δεν είχα και τα γυαλιά μου για κοντά, ήταν και σκοτάδι, αλλά μόλις πήγα στο σπίτι κλείστηκα στην κάμαρά μου και το διάβασα κρυφά από την Αντιγόνη (η αδελφή μου είναι χήρα κι αγριεύεται εύκολα κύριε Καναβούρα μου). Παραλίγο να πάθω συμφόρεση μόλις κατάλαβα ποιος ήταν ο συντάκτης του γράμματος. Φαίνεται ότι κάποιος πρόγονος του Γάλλου που κατοικούσε το σπίτι είχε λάβει το γράμμα αυτό πριν πάρα πολλά χρόνια.

Αφού πήρα ένα υπογλώσσιο κάθησα και το σκέφτηκα με ψυχραιμία.

  • Δεν είναι δυνατόν τυχαία να βρέθηκα πριν 4 χρόνια σ’ αυτό το σπίτι.
  • Δεν είναι δυνατόν τυχαία να ακούω τον ανηψιό μου να μιλάει εδώ και καιρό με σεβασμό για την έρευνα και το πρόσωπό σας.
  • Δεν είναι τυχαίο ο Γάλλος να κράτησε τόσα χρόνια μυστική την ύπαρξη ενός στοιχείου που θα τον είχε κάνει τουλάχιστον πλούσιο.
  • Δεν είναι δυνατόν τυχαία να βρήκα εγώ το γράμμα αυτό και το γάντι.
Είναι η ευκαιρία που μου χρωστάει η ζωή κύριε Καναβούρα μου. Είναι η ευκαιρία που χρωστάει η ζωή σε μια γυναίκα που έζησε μόνη, χωρίς έρωτα, χωρίς την απαντοχή ενός άντρα, να αποκτήσει ξανά τον αυτοσεβασμό της. Να βρει την αιτία της ύπαρξής της. Να μην βλέπει πια τον εαυτό της σαν «θεία», παρά σαν το προικισμένο και καλλιεργημένο πλάσμα που γεννήθηκε κι έγινε. Σαν την ενδιαφέρουσα και μυστηριώδη γυναίκα που πάντα ήταν. Κι όπως θα έλεγε κι ο φίλος μας που τόσα χρόνια αγαπούσα χωρίς να ξέρω ποιος ήταν, από «Σφίγγα δίχως το αίνιγμα» να μετατραπεί σε πραγματική Σφίγγα. Αυτό θα είναι το αίνιγμά μου.

Σας παρακαλώ να μου επιτρέψετε να κρατήσω τα 2 αυτά στοιχεία που νομιμοποιούν την ύπαρξή μου, με τα οποία επιθυμώ να πεθάνω και να ταφώ.

Για να σας βοηθήσω στο έργο σας, σας στέλνω αντιγραμμένο αλλά αυτούσιο το κείμενο του γράμματος.

Σας ευχαριστώ θερμά για την κατανόησή σας, την οποία ευγενικά απαιτώ.


Με βαθειά εκτίμηση και σεβασμό,
Εκάβη Κ.



My dearest Jean Paul,

 

I cannot begin to thank you enough, for being my one and only friend at
this difficult time. Only you know, who I really am and thus only you
bear the burden of my torn apart existence  that even to me seems very
hard to bear these days.

 

They are putting me to jail, my lad.  As I write to you, the trial is
going on and my brilliant barrister is performing his best, to achieve my
beloved wife’s life time goal : Put me away forever since she
cannot bear the thought that I am in love with someone else.  That I have
devoted my life and work to someone so special that she can never be, as
she remains so occupied with her miserable little existence  and her
family’s“ sociability”.

 

He, on the other hand never understood how much I loved him.  He goes on
spending his essence in meaningless relationships and has completely
forgotten all about me, from the first minute I shared with him my
financial difficulty. Is love really blind? I keep stunning my audience
with my brilliant yet simple life observations, and at the same time I
could never imagine his true character. He is no gentleman as I used to
think my dear friend, and yet I have not stopped loving him with all my
power. Not for a minute.

 

I know I must be a real nuisance to you, my true friend.  The only thing
you need not now, is a love sick writer blabbering to you about his less
devoted better half.

 

Last night I did“ it” again . I enclose you the proof as last
time. Do your magic my lad and find out what is there in their smell that
makes him be untrue to me and drives me at the edge of inhumanity. I will
never understand women. May be your laboratory will make it easier to
you, to understand them properly through their organic liquids and
smells.

 

Is it not an irony that they are putting me in jail for such ordinary
reasons and looking so hard to reveal the identity of my other
personality? To my eyes the similarity between my written and other works
is very obvious. They are indeed both“ masterpieces”.

 

I send you my love and really hope that after my torture, I will be able
to come to your chateau and spend a wonderful summer next to your kind
and brave heart.

 

It may be long before I can write to you again, but your thought will
remain in my mind. Take very good care of yourself. You are the last
friend that they have left me.

 

I embrace you in sincerity and love,

Your friend,

Oscar
Just close this window