ΩΔΑΙ ΚΑΙ ΜΥΘΟΙ II
Μικρές ιστορίες με ηθικόν δίδαγμα που δεν είναι πάντοτε εμφανές...

Albert Levis   


Ο ΓΕΦΥΡΟΠΟΙΟΣ

Με μεγάλη έκπληξη οι κάτοικοι του χωρίου Πί-Χί-Ψί είδαν ένα ηλιόλουστο πρωϊνό κάποιον κύριο με ένα φτυάρι,έναν κασμά και μία τσάπα να δουλεύη παθιάρικα μέσα εις τα χωράφια.Και η έκπληξή τους μεγάλωσε όταν το μεσημέρι είδαν να υψώνεται ένα μισοτελειωμένο γεφύρι. Παρατυχών αγρότης πλησίασε τον κύριο και τον ηρώτησε τι το ήθελε το κτίσμα.,αφού ποτάμι ουδαμού εκεί γύρω υπήρχε.Ο κύριος,παρατήσας τά όργανα είπε: "Ώστε δεν υπάρχει ποτάμι εδώ;Τότε θα φτιάξω ένα,διότι όπου υπάρχει γεφύρι,φτιάχνεται και ποταμός".Εγέλασε ο αγρότης και ο κύριος ανεχώρησε ίνα εξεύρη τα υλικά διά το ποτάμι.Δεν παρήλθε πολλή ώρα και ο κύριος επανήλθεν άπρακτος. "Τι απέγινε;" ηρώτησεν ο αγρότης. "Δεν είναι δυνατόν να κατασκευάσω ποταμόν",απήντησεν ο κύριος, "γιατί το ποτάμι δεν φτιάχνεται,βγαίνει μέσα από την Γή". "Είδες λοιπόν" παρατήρησε ο γεωργός, "ότι όλα έχουν μια τάξη σ'αυτόν τον κόσμο,που η ανθρώπινη λογική πολλές φορές δεν την καταλαβαίνει". "Εχεις δίκιο,αγρότα" απήντησε ο κύριος.Και γκρέμισε το γεφύρι,μάζεψε τα καλαμπαλίκια του και εγκατέλειψε το χωριό Πί-Χί-Ψί...

ΛΟΓΙΔΡΙΟΝ ΑΠΟΧΩΡΟΥΝΤΟΣ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ

Με την ευκαιρία της αποχωρήσεώς μου θέλω να σας πώ αυτά τα ολίγα λόγια,βγαλμένα μέσα από το laptop μου.Είναι δηλαδή ένα αποχωρητήριο μήνυμα.Ησασταν όλοι πολύτιμοι συνεργάτες και βοηθοί μου,ιδιαίτερα όταν δεν κάνατε τίποτα,οπότε δεν κάνατε και λάθη.Η εργατικότητά σας θα μού μείνη αξέχαστη.Πάντοτε σας έβλεπα κουρασμένους-όποτε σας έβλεπα δηλαδή,γιατί από την πολλή δουλειά όλο άρρωστοι ήσασταν.Η συνέπειά σας υπήρξε απαράμιλλη. Ποτέ δεν ερχόσασταν στο γραφείο πρίν από τις δέκα το πρωϊ και ποτέ δεν φεύγατε μετά τις δύο το μεσημέρι.Η ευπρέπεια και το ήθος σας ήταν χαρακτηριστικά.Κάθε άνθρωπος που συναλλασσόταν μαζί σας έφευγε συχγισμένος και πολλοί έπαθαν συγκοπή από τον θυμό τους.Η εξωτερική σας εμφάνιση υπήρξε υπέροχη.Αν δεν είχε ταμπέλα το κτίριο απ΄έξω,όποιος έμπαινε εδώ νόμιζε ότι βρισκόταν στο Σίνγκ-Σίνγκ.Αλλά αυτό που με εντυπωσίασε πιο πολύ ήταν η όρεξή σας.Κάθε ώρα και στιγμή,όλο και κάτι μασουλάγατε.Γι'αυτό σας ευχαριστώ όλους που φροντίσατε,φορτώνοντάς σε μένα όλες τις δουλειές που έπρεπε να κάνετε,να μην νοιώσω ποτέ πλήξη...

Ο ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΟΙΠΟΙ ΒΑΔΙΣΤΑΙ

Πλήθος ανθρώπων εβάδιζε πάνω σε έναν δρόμο και όταν έφταναν σε κάποιο σημείο όπου υπήρχε ένα κτίσμα σε σχήμα κωνοκυλίνδρου έστρεφαν το βλέμμα προς τα εκεί,έκαναν τρείς υποκλίσεις και έλεγαν "Προσκυνούμε την Ελαχιστότητά σου,θεέ των ουρανών,των πλανητών και των ραπανακίων".Υστερα συνέχιζαν την πορεία τους προς τα χωράφια,τα εργοστάσια ή όπου αλλού δούλευαν.Κατά τινα στιγμήν διήλθε από το σημείον τούτο ένας νέος,ονόματι Μυδάτ.Αυτός εσταμάτησε και χωρίς να κάνη καμμίαν υπόκλισιν ανεφώνησε "Δεν προσκυνώ έναν Ελαχιστότατο που δεν αξίζει ούτε για τα ραπανάκια".Οι παρευρισκόμενοι και αναμένοντες να προσκυνήσωσιν εσήκωσαν τις μαγκούρες τους,πλήν όμως ο Μυδάτ τους επέβαλε την σιωπήν και είπεν: "Είναι γελοίον να πιστεύωμεν ότι τα ραπανάκια έχουν θεόν,όταν δεν δεχόμεθα τον ιδικόν μας".Εξαλλοι οι προσκυνηταί ώρμησαν κατ'επάνω του,έδειραν,έγδαραν και εν τέλει ανεκάλυψαν ότι ήτο αργά.Ο Μυδάτ είχε γίνει,κατά το κοινώς λεγόμενον,βουχός.

ΜΕ ΤΟΝ ΛΙΝΤΜΠΕΡΓΚ ΣΤΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ

Καθώς ο Λίντμπεργκ πετούσε πάνω από τον Ατλαντικό με το ελαφρύ του αεροπλάνο,άρχισε ν'αναρωτιέται γιατί,ενώ ήταν η ώρα που έπρεπε να περνά πάνω από την Ιρλανδία,αυτός έβλεπε μόνο θάλασσα.Και επειδή η Ιρλανδία δεν είναι σκύλος για να περπατήση,ψυλλιάστηκε ότι κάποιο λάκκο έχει η φάβα.Τότε είδε,κάτω από αυτόν,ένα ψαράδικο καϊκι. "Ας ρωτήσω αυτόν,μπάς και ξέρει",σκέφτηκε.Και κατέβηκε τόσο χαμηλά ώστε να μπορή να τον ακούη ο ψαράς. "Ρέ φίλε",του φώναξε "μήπως ξέρεις,για Ιρλανδία καλά πάω;". Τότε ο ψαράς του αποκρίθηκε πως δεν πήγαινε καθόλου καλά και πως αν συνέχιζε να κάνη τρέλλες,γρήγορα θα τον έτρωγε το μαύρο χώμα. "Ώστε είσαι σίγουρος πως απέχει απ'εδώ μια ώρα;",είπε ο Λίντμπεργκ. "Σ'ευχαριστώ". Και συνέχισε τον δρόμο του...

(ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΗ:Ο διάλογος στο επεισόδιο αυτό είναι φανταστικός,ωστόσο ο Λίντμπεργκ,στην διάρκεια της ιστορικής του πτήσης πάνω από τον Ατλαντικό πράγματι έχασε τον προσανατολισμό του κάποια στιγμή και, διακρίνοντας ένα ψαράδικο,κατέβηκε σε χαμηλό ύψος και έκανε κύκλο πάνω από το πλοίο,φωνάζοντας "Η Ιρλανδία…σε ποια κατεύθυνση;" Φυσικά ο ψαράς,έντρομος από το πρωτοφανές --για την εποχή- θέαμα,έσπευσε να εξαφανιστή και ο Λίντμπεργκ συνέχισε την πτήση του μέχρι που,λίγη ώρα μετά,φάνηκαν τα παράλια της Ιρλανδίας.)

ΕΝΑΣ ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΞΕΝΟΣ

Εξω έκανε κρύο.Κάποιος αργοπορημένος διαβάτης χτύπησε την πόρτα μιάς βίλλας και ο ένοικός της σηκώθηκε από το κρεββάτι του μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα για να ανοίξη την πόρτα,βρίζοντας και χασμουρούμενος.Μόλις είδε τον ξένο,αυτός τον ρώτησε ευγενικά πώς μπορούσε να βρή την οδό Ανθέων,αλλά ο νοικοκύρης αντί να του απαντήση,έσυρε φωνή μεγάλη,σαν να του έσφαζαν όλη την φαμίλια και τον αγκάλιασε λέγοντας "Προκόπη,φίλε μου". Τον έμπασε μέσα στο σπίτι του και τον υποχρέωσε να δεχτή την ταπεινή του φιλοξενία,σαν μικρή μόνο ανταπόδωση για την βοήθεια που αυτός κάποτε του είχε δώσει.Εκπληκτος ο άνθρωπος είδε να τον οδηγούν στο καλύτερο δωμάτιο των ξένων.Το άλλο πρωϊ,όμως,ήταν η σειρά του νοικοκύρη να εκπλαγή,όταν διαπίστωσε ότι από το σπίτι του έλειπαν δυό αργυροί πολυέλαιοι,τρία σερβίτσια,δυό βάζα εκ πορσελάνης και έξι μπουκάλια ουϊσκυ.Αυτά παθαίνει κανείς όταν δεν βλέπη καλά και δεν θέλη να πάη στον οφθαλμίατρο...

ΜΟΝΟΙ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ

Δυό άνθρωποι ταξίδευαν για κάποιον άγνωστο προορισμό,βρέθηκαν τυλιγμένοι σε πυκνή ομίχλη.Αποφάσισαν τότε να σταθούν και να περιμένουν να διαλυθή η ομίχλη για να συνεχίσουν το ταξίδι τους.Μη έχοντας με τι να σκοτώσουν τον καιρό έβγαλαν τις βαλίτσες τους μια κιθάρα κι'ένα νταούλι και βάλθηκαν να παίζουν.Σε λίγο,αυτός που έπαιζε το νταούλι είχε μια φαεινή ιδέα.Πρότεινε στον σύντροφό του να βάλουνε τις χορδές της κιθάρας στο νταούλι και αντίστροφα.Ετσι κι'έγινε.Τότε όμως έφτασε ένας αστυφύλακας και τους ρώτησε τι έκαναν εκεί. Αυτός που έπαιζε κιθάρα με το νταούλι,του απάντησε ότι έπαιζαν μουσική.Τότε ο αστυφύλακας εθύμωσε πολύ και τους εξήγησε ότι πολλοί φιλήσυχοι πολίτες που είχαν μαζευτεί και τους άκουγαν,αηδίασαν από το παίξιμό τους.Υστερα τους έβαλε χειροπέδες και τους πήγε στη φυλακή για προσβολή της δημοσίας αιδούς και διατάραξη της κοινής ανησυχίας...

ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟ ΑΕΡΟΣΤΑΤΟ

Κάποιος μακρυνός μου ξάδελφος κληρονόμησε από τον παπού του μια φουφού κι'ένα αερόστατο και με προσκάλεσε να πετάξουμε μαζί.Ξεκινήσαμε λοιπόν μία ωραία πρωϊα κι'όλα πήγαιναν πολύ καλά.Γύρω μας πετούσαν πολλά πουλιά και μας προγκούσαν,έτσι που ήμασταν κρεμασμένοι κάτω από το μπαλλόνι μας.Κάποτε φθάσαμε στην ποθητή τοποθεσία, κάναμε το πίκ-νίκ μας και ξεκινήσαμε να γυρίσουμε πίσω.τα πουλιά μας προγκούσαν πιο θαρρετά κι'ένα κοράκι ήρθε κι'έβγαλε με το ράμφος του την βαλβίδα ασφαλείας.Τότε αυτομάτως το αερόστατο άρχισε να κατεβαίνη,κι'εμείς μαζί μ'αυτό.Σευτυχώς κάποιο περαστικό ελικόπτερο μας περιμάζεψε πρίν κατατσακιστούμε στο έδαφος και όλοι επιστρέψαμε σώοι και αβλαβείς εκτός από το κοράκι που εψόφησεν,διότι η βαλβίς του είχε κάτσει στο λαρύγγι.

Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ

Ο διάσημος αεροπόρος Γκλύνν Τόμας,που είχε καταρρίψει χίλια εχθρικά αεροπλάνα στον πόλεμο κι'άλλα τόσα επιβατικά μετά απ'αυτόν,πήγε για διακοπές στο παραθαλλάσιο σπίτι του εξαδέλφου του Τέρρυ,κάπου εις την Ουαλλίαν.Εκεί ο εξάδελφός του βάλθηκε να τον κάνη ερασιτέχνη ναυτικό.Του διέθεσε λοιπόν την βάρκα του και τον υπεχρέωσε να κοιμάται νωρίς,να ξυπνά νωρίς και να μένη στην θάλασσα από το πρωϊ ως το βράδυ.Όλα πήγαιναν καλά παρά τις διαμαρτυρίες του Γκλύνν μέχρι την ημέρα που,ενώ έκαναν μια εκπαιδευτική εκδρομή στα ανοιχτά,άρχισε να βρέχη σιγά-σιγά στην αρχή,έπειτα πιο δυνατά και στο τέλος έγινε κατακλυσμός.Με πολλή δυσκολία κατάφεραν να κρατηθούν στην επιφάνεια μέχρι να τους βρή ένα περαστικό ψαράδικο.Από τότε,ο Γκλύνν Τόμας δεν μπαίνει ούτε σε υπερωκεάνειο.

ΜΕ ΤΗΝ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

Μαζεύτηκαν κάποτε τα μέλη ενός μορφωτικού ομίλου για να εκλέξουν τον πρόεδρό τους.Την ώρα που γινόταν η ψηφοφορία,μπήκε στην αίθουσα ένας ξένος που φορούσε σμόκιν και αρβύλες,έφερε δε επί της κεφαλής του αστροναυτικόν κράνος. Αυθωρεί η ψηφοφορία σταμάτησε και όλοι γύρισαν να κυττάξουν τον παράξενο ξένο.Αυτός,ατάραχος,προχώρησε μέχρι το βήμα, ανέβηκε επάνω, καθάρισε την φωνή του,διόρθωσε το παπιγιόν του,κατέβασε λίγο το μικρόφωνο και είπε με δυνατή φωνή "Λεβέντες,είστε γαϊδούρια".Υστερα κατέβηκε από το βήμα και έφυγε από την αίθουσα,αφήνοντας τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν...

ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ

Στα μέσα του δεκάτου ενάτου αι. ζούσε ένας κουρσάρος με δύο μάτια,που τον έλεγαν Ραϊναβαλλονί.Αυτός ήταν γνωστός στο συνάφι του ως κατασκευαστής ενός πλοίου που το αποκαλούσε "υποβρύχιο" και είχε εμπνευστεί το σχέδιό του βλέποντας μια χελώνα.Του χρειαζόταν όμως και ένα πλήρωμα,γι'αυτό ο Ραϊναβαλλονί άρχισε να τριγυρίζη στο λιμάνι και στα μπάρ,ψάχνοντας για ικανούς ναυτικούς.Σε κάποιο από αυτά τα μπάρ συνάντησε έναν άλλο κουρσάρο,επίσης με δυό μάτια,που τον έλεγαν Ραμαχιουνί,ο οποίος δέχτηκε πρόθυμα να μπαρκάρη στο υποβρύχιο.Δεν είχε όμως ναυτικό φυλλάδιο και αναγκάστηκε να περιμένη τρείς μέρες μέχρι να επιστρέψη στο γραφείο του ο υπουργός ναυτιλίας Ραζαφιντραχέτι και να εκδώση το φυλλάδιο.Αφού πήραν και άλλους τρείς ναυτικούς,οι δύο κουρσάροι απέπλευσαν με το υποβρύχιο.Δυστυχώς όμως,μόλις βγήκαν έξω από το λιμάνι,ο Ραϊναβαλλονί και ο Ραμαχιουνί άρχισαν να διαπληκτίζωνται για το ποιος θα έκανε βάρδια πρώτος.Το αποτέλεσμα ήταν να μείνη το υποβρύχιο ακυβέρνητο και επειδή δε οι τρείς ναύτες υπέφεραν από ναυτία,το πλοίον εκαρφώθη εις τον βυθόν.

ΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΞΕΝΑΓΟΣ

Κάποια καλοκαιριάτικη μέρα μία ομάς τουριστών έφτασε σ'έναν αρχαιολογικόν τόπο διά να τον επισκεφθή.Επικεφαλής ήτο ξεναγός τις εντόπιος,όστις είχεν αφιλοκερδώς προσφερθεί να τους δείξη τα αξιοθέατα,αρκεί να του έδιδαν κάποιο χρηματικό ποσόν μετά το πέρας της ξεναγήσεως.Δύο ολόκληρες ώρες ούρλιαζε σε διάφορες γλώσσες διά να τους μπάση εις το πνεύμα της εποχής.Όταν κάποτε ετελείωσε και ηρώτησε τους τουρίστες αν είχαν απορίαν τινά,ένας κοντούλης εσήκωσε το χέρι και ζήτησε να μάθη πού η τουαλέττα ήταν.Τότε πάραυτα ο ξεναγός τον εράπισε,λέγων εις αυτόν ότι εκεί που τους είχε φέρει μόνον αρχαία υπήρχαν.Και ο τουρίστας απεχώρησε πλήρης αηδίας...



Κεντρική Σελίδα